Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

ο μικρός Παράδεισος...!!!!

Τεχνικές δυσκολίες και ανειλημμένες υποχρεώσεις, με κράτησαν μακριά απ’ το ιστολόγιό μου περισσότερο απ’ όσο θα ήθελα, αλλά να με και πάλι με την πένα στο χέρι (εεε… συγγνώμη, με τα δάχτυλα στο πληκτρολόγιο ήθελα να πω….!)
Στην σημερινή μου ανάρτηση δεν θα σχολιάσω την επικαιρότητα. Γράφτηκαν εξάλλου τόσα από τόσους για τα πρόσφατα γεγονότα, κι έχει σηκωθεί τόσος κουρνιαχτός, ώστε μια ακόμα τοποθέτηση ίσως «ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται».
Αντί γι’ αυτό, θα στρέψω το βλέμμα μου στα «εν οίκω» και θα μοιραστώ μ’ εσάς μια έμμεσα προσωπική μου ιστορία, ένα περιστατικό που έζησα…
Προχθές ήλθε στο σπίτι μου ένας αδελφικός μου φίλος, (ας τον πούμε Αντώνη, για τις ανάγκες της διήγησης). Πικραμένος πολύ, και με μάτια να γυαλίζουν απ’ τα δάκρυα…
«Τι συμβαίνει βρ’ αδερφέ;;;» τον ρώτησα ανήσυχος μόλις τον είδα. Τι να συνέβαινε??? Δεν ήταν δύσκολο να καταλάβω, παρόλο που μου τά’ πε ασυνάρτητα κι ανακατεμένα: Τον είχε παρατήσει η Μελίνα του, ο –εδώ και πέντε χρόνια- μοναδικός έρωτας της καρδιάς του…. «Γι’ ασήμαντη αφορμή!!!» όπως τόνιζε κάθε τόσο μες στους χείμαρρους από λόγια που έβγαιναν μαζί με λυγμούς απ’ το στόμα του….
Προσπαθώντας να κάνω ό,τι θα έκανε κάθε καλός φίλος στη θέση μου, δε ρώτησα περισσότερα, κι άφησα τις λεπτομέρειες και τις ερωτήσεις γι’ αργότερα. Τον έβαλα και κάθισε στον καναπέ κι άνοιξα το μπουκάλι το κόκκινο κρασί, που φυλάω στο ψυγείο για τις δύσκολες ώρες ( τέτοιου ή και οποιουδήποτε άλλου είδους).
Δυο γουλιές στάξανε βάλσαμο στην καρδιά. Και τον άκουγα… Να λέει και να λέει. Να ξεχειλίζει και να ξεθυμαίνει….
Όταν ηρέμησε του είπα: «-Να σου διαβάσω κάτι που βρήκα;; Ίσως σ’ αρέσει»
Στο καταφατικό του νεύμα, έπιασα απ’ τη βιβλιοθήκη μου ένα παλιό βιβλίο, φθαρμένο και κιτρινισμένο. Μόλις το είδε ο Αντώνης αχνογέλασε. «-Τι «θησαυρό» ξέθαψες πάλι βρε αδιόρθωτε;;» μου είπε. Είναι βλέπετε γνωστή στην παρέα η συνήθειά μου, να επισκέπτομαι που και που τα παλαιοβιβλιοπωλεία της γειτονιάς μου (μένω στο κέντρο της Αθήνας), κι αν κάτι μου τραβήξει κάτι την προσοχή να το αγοράζω. «-Ένα βιβλίο με παλιές Αραβικές ιστορίες μεταφρασμένες», του απάντησα και πιάνοντας πάλι τη θέση μου στον καναπέ άνοιξα το βιβλίο κι άρχισα να διαβάζω:
« Μια παράδοση, που τη μαθαίνανε από στόμα σε στόμα, τα παλιά τα χρόνια οι σοφοί Δάσκαλοι, έλεγε πως, όταν έδιωχνε ο Θεός τον Αδάμ και την Εύα απ’ τον Παράδεισο, πριν κάμουν το στερνό βήμα και διαβούν το κατώφλι τους είπε κι ετούτο:
«-Σαν παρηγοριά για την αποδώ και πέρα ζωή σας, θα χαρίσω στις καρδιές σας και στις καρδιές των απογόνων σας τον Έρωτα. Σας το λέγω από τώρα: Είναι όμορφο, Αγνό και Δικό Μου δώρο, μα έχει παράξενα χούγια:
Όταν πηγαίνει καλά και βρίσκετε ανταπόκριση, απ’ την καρδιά που αγαπάτε, τότε θα νιώθετε ένα μικρό κομμάτι, από την ευτυχία που νιώθατε εδώ… στον Παράδεισο!!
Προσοχή όμως…. γιατί αν δε βρίσκεται ανταπόκριση, ή αν χωριστείτε απ’ την καρδιά που αγαπάτε, τότε απ’ όση γεύση Παραδείσου είχατε πάρει, διπλή γεύση θα παίρνετε από τις πίκρες της Κόλασης!!»
Μέσα στη ζάλη του ο Αδάμ δεν κρατήθηκε, κι αντιμίλησε σαν οργισμένο παιδί στον Πλάστη: «-Τι να το κάνω αυτό το δώρο Σου, αφού μπορεί να με ποτίσει τόση πίκρα;;; Δε φτάν’ η πίκρα μου που έχασα τον κήπο της Εδέμ;;;»
Μα ο Θεός σα στοργικός Πατέρας του εξήγησε:
«-Ζώντας του Έρωτά σου τον μικρό Παράδεισο, πάντα τον Κήπο της Εδέμ θε να θυμάσαι, και νοσταλγώντας τον θα προσπαθείς, ζώντας σωστά, κάποτε να ξανάρθεις.
Μάθε και τ’ άλλο: Ετούτος ο μικρός Παράδεισος του Έρωτα, έχει ένα πλεονέκτημα μπροστά στον Κήπο της Εδέμ που τώρα χάνεις: Άμα τον χάσεις, είναι πιο εύκολο να τον ξανάβρεις , είτε στην καρδιά που σ’ αγαπούσε μέχρι τώρα, ή –άμα δε γίνεται τίποτα μ’ αυτή πια – σε μίαν άλλη».
Έκλεισα το βιβλίο και κοίταξα τον Αντώνη. Το χαμόγελο τώρα παιχνίδιζε στο δακρυσμένο πρόσωπό του. Άφησε σιωπηλός το ποτήρι του στο τραπεζάκι. Και χαιρετώντας με μ’ ένα ζεστό χτύπημα στην πλάτη, έφυγε, χαμογελώντας όμως τώρα σταθερά.
Δε μου μίλησε! Δε μού’ πε τίποτα! Ήμουν σίγουρος όμως: Πήγαινε να παλέψει, για να πάρει πίσω το μικρό Παράδεισό του: τη Μελίνα του.


Αφιερωμένο σ’ όσους επιμένουν να ερωτεύονται σ’ έναν ανάστατο και τρελό κοσμο…